Ονομάζεται Συρτός γιατί ο πρώτος σέρνει τον δεύτερο, ο δεύτερος τον τρίτο, κοκ. Οι παππούδες μας έλεγαν “άμε να σύρεις τον χορό” ή “η νύφη σέρνει τον χορό”. Λαογράφοι είπαν ότι λέγεται συρτός επειδή τα βήματα είναι σεμνά, συρτά στο έδαφος χωρίς να χάνουν την επαφή τους με τη γη, την οποία οι Κρήτες λάτρεψαν ως θεά, όπως λέγεται. Χανιώτικος ονομάστηκε γιατί πρωτοχορεύτηκε στα Χανιά .Πρόκειται για τον πιο διαδεδομένο χορό της Κρήτης. Χορεύεται κυκλικά και οι κινήσεις είναι απλές και ομοιόμορφες. Τα βήματα του 11, οι χορευτές σχηματίζουν ένα κύκλο, πιάνονται ο ένας διπλά στον άλλο, με τις λαβές από τις παλάμες να είναι στο ύψος των ώμων. Ο πρωτοχορευτής (αυτός που κρατάει μπροστά) οδηγεί τον κύκλο, έχει την δυνατότητα του αυθορμητισμού κάνοντας στροφές και τσακίσματα, μικρές φιγούρες (μικρές παραλλαγές στους βηματισμούς) ή ταλίμια, έχοντας τη δυνατότητα να αποσπάται από τον κύκλο κάνοντας στροφές και πάσα, που απογειώνουν τον χορό. Το μουσικό μέτρο του είναι 4/4.
Ιστορικά στοιχεία λένε ότι όταν η Πόλη έπεσε, οι 150 περίπου Κρήτες εθελοντές που είχαν απομείνει συνέχισαν να πολεμούν στους τρεις πύργους που είχαν αναλάβει. Ο πασάς θέλοντας να τιμήσει την αυτοθυσία και τη γενναιότητά τους, τους άφησε να φύγουν με ένα από τα πλοία τους ένοπλοι και με τα λάβαρά τους. Σύμφωνα την παράδοση, οι Κρήτες στις λίγες στιγμές ξεκούρασης από τις πολεμικές τους υποχρεώσεις, τραγουδούσαν τραγούδια που τους εμψύχωναν να συνεχίσουν, συνδυάζοντας την αρχαία πυρίχη με την βυζαντινή μουσική, φτιάχνοντας δικούς τους σκοπούς για να συνοδεύουν τα τραγούδια τους.
Με το πέρασμα των χρόνων σε ένα γάμο στις Λουσακιές Κισσάμου Χανίων διέταξαν τον οργανοπαίχτη να παίξει αυτούς τους σκοπούς, ώστε να χορέψουν τον τελετουργικό αρχαίο χορό με παραλλαγές, με αποτέλεσμα να προκύψει ο σημερινός συρτός. Την εμφάνιση του στην υπόλοιπη Κρήτη άρχισε να την κάνει κατά την δεκαετία του ’20 με κάποιες παραλλαγές στα βήματα, στο ύφος και στο στυλ. Διαφορετικά χορεύεται ο συρτός στη Κίσσαμο, αλλιώς στο Μυλοπόταμο, διαφορετικά στο Ηράκλειο και αλλιώς στη Σητεία.
Η γυναίκα πιάνει κι αυτή πολλές φορές μπροστά στο συρτό, πάντα συνοδευόμενη από τον άντρα (κυρίως συγγενή τα παλαιότερα χρόνια), δίνει μεγάλη σημασία στη χορευτική έκφραση παρά στη δεξιοτεχνία, δεν εκτελεί άλματα και πηδήματα όπως ο άντρας αλλά την διακρίνει η σεμνότητα, η μεγαλοπρέπεια, η αρχοντιά και δίνει το βάρος στη χορευτική της έκφραση κάνοντας στροφές και πάσα, που μας παραπέμπουν στις γαλάζιες κύριες της Κνωσού.
Ο συρτός δέθηκε με τη ζωή των Κρητών και είναι παρών σε κάθε χορευτική δραστηριότητα, ενώ αποτελεί τον βασικό χορό στα γλέντια των κρητικών. Στη Κρήτη – παλιότερα και τώρα – πάντα ξεκινούν να χορεύουν ανά οικογένεια ή ανά παρέα. Τον χορό τον ξεκινούσε άντρας, ο άρχοντας του σπιτιού, μετά έπιανε η υπόλοιπη οικογένεια και στο τέλος ήταν πάλι άντρας. Στη συνέχεια ο πρωτοχορευτής καλούσε με μαντήλι την αρχόντισσα του σπιτιού.