Από την προϊστορία στον Μινωικό πολιτισμό

1)     Από την προϊστορία στον Μινωικό πολιτισμό
Στον ελλαδικό χώρο υπήρχαν κάτοικοι ήδη από την Παλαιολιθική εποχή. Κατά την 7η χιλιετία αρχίζουν οι μόνιμες εγκαταστάσεις και με αυτό τον τρόπο γίνεται το πέρασμα από την κοινωνία των κυνηγών και των τροφοσυλλεκτών στην κοινωνία των γεωργών και των κτηνοτρόφων. Αυτή η μετάβαση είναι η αυγή του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Πριν το τέλος της 7ης χιλιετίας η πολιτισμική εξέλιξη φθάνει και στην Κρήτη.
Η νέα εποχή που σηματοδοτείται από την έλευση του πολιτισμού ονομάστηκε Νεολιθική Εποχή και διήρκησε τρεις χιλιετίες.
Οι πολιτισμικές επιρροές  που δέχθηκε η Κρήτη κατά τη Νεολιθική εποχή προήλθαν από την επαφή με λαούς της Ανατολής, περιοχές της Μ. Ασίας, του Δούναβη και των Βαλκανίων καθώς επίσης την Αφρική και την Αίγυπτο. Οι επιρροές αυτές αφορούσαν τις τέχνες όπως η ζωγραφική, η κεραμική, πλαστική, η οικοδόμηση, αλλά και τη γραφή και τη θρησκεία, το εμπόριο και τη ναυσιπλοΐα.
Μέσω των πολιτισμικών επιρροών, διαμορφώθηκαν οι κοινωνικοί και θρησκευτικοί δεσμοί που είχαν ως συνέπεια την δημιουργία του υψηλού Μινωικού πολιτισμού, ο οποίος διέφερε από τον πολιτισμό της ηπειρωτικής Ελλάδας και των Κυκλάδων.
2)    Οι εποχές του Μινωικού Πολιτισμού
Α) Πρωτομινωική εποχή (2600-2000)
 Οι άνθρωποι αποκτούν μόνιμες εγκαταστάσεις, δημιουργούν κοινωνικούς και εμπορικούς δεσμούς μεταξύ τους και αναπτύσσουν τις τέχνες και τον πολιτισμό τους. Ο λαός της Μινωικής Κρήτης γίνεται η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της Μεσογείου και μέσα από την επαφή τους με λαούς της Ασίας και της Αφρικής αποκτούν σημαντικές πολιτισμικές επιρροές.
Έτσι, αρχίζει να διαφαίνεται ο υψηλός πολιτισμός της Κρήτης που διαμόρφωσε σχεδόν εξολοκλήρου αυτό που επρόκειτο αργότερα να γίνει Ελλάδα.
Β) Μεσομινωική / Ανακτορική εποχή
Σε  αυτή την εποχή ανήκουν τα επιτεύγματα που  όρισαν τον  μινωικό πολιτισμό ως έναν από τους σπουδαιότερους της αρχαίας ιστορίας. Η εποχή χωρίζεται σε δύο περιόδους:
I)                Παλαιοανακτορική Περίοδος (2000-1700)à
Η πολιτισμική εξέλιξη χαρακτηρίζεται από αριστοτεχνικές τοιχογραφίες με φωτεινά χρώματα, ζωγραφισμένα αγγεία, ο διάκοσμος που φαίνεται να καθρεπτίζει την κίνηση των κυμάτων, οι γυναικείες μορφές με τις κομψές ενδυμασίες με τα γυμνόστηθα κωδωνόσχημα φορέματα, η αρχιτεκτονική λεπτότητα των οικοδομικών συγκροτημάτων του μεγάλου ανακτόρου, ο πλούτος της διακόσμησης. Μια μοναδική αίσθηση μορφής που φαίνεται να κρύβει μια άγρυπνη και ευκίνητη, σχεδόν σύγχρονη αίσθηση του κόσμου.
Ο πήλινος Δίσκος της Φαιστού είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα της Πρωτοανακτορικής «ιερογλυφικής» γραφής.
Αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους οι πρώτες μορφές γραφής, που αργότερα ονομάστηκε ιερογλυφική η οποία εξελίχθηκε στην Γραμμική Α.
Σημαντική ιστορική πηγή για να την έρευνα του Μινωικού πολιτισμού είναι τα θρησκευτικά ευρήματα και οι αναφορές σε θρησκευτικές τελετές, μύθους, θεότητες και λατρευτικούς τόπους. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι θρησκεία ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την κοινωνική ζωή των ανθρώπων. Οι τελετουργίες, τα θρησκευτικά ήθη και έθιμα των ανθρώπων, έθεταν τους ηθικούς περιορισμούς και τους κοινωνικούς δεσμούς καθώς οι άνθρωποι συμμετείχαν από κοινού σε λατρευτικές τελετές. Οι λατρευτικοί τόποι ήταν κυρίως ιερά κορυφής, ιερά σπήλαια, οι τάφοι, ιερά δέντρων, οικιακά ιερά και σπανιότερα ναοί.
Αντίθετα προς το δωδεκάθεο της κλασικής αρχαιότητας, εδώ υπάρχει υπεροχή των χθόνιων θεών, της μητρότητας, της μητριαρχίας, μη ανθρωπόμορφων θεοτήτων με επιρροές από την αιγυπτιακή θρησκεία και σε κάποιες περιπτώσεις μονοθεϊσμός. Όπως δείχνουν οι τόποι χορού κοντά στους τάφους, λάτρευαν και τους νεκρούς. Οι δύο θεότητες που επικρατούσαν ήταν:
     
Μητέρα Θεά σύμβολο της γονιμότητας των ανθρώπων, της γης και των ζώων. Στα πλαίσια μιας μονοθεϊστικής προσέγγισης της μινωικής θρησκείας η μητέρα θεά θα πρέπει να ήταν η μοναδική θεά. Ταυτίζεται αργότερα είτε με την Δήμητρα είτε με την Περσεφόνη.
Για να τιμήσουν τις θεότητες πρόσφεραν δώρα, όπως αγαλματίδια, καρπούς της γης και αγγεία καθώς και θυσίες θερμόαιμων ζώων όπως εκείνου του ταύρου. Έβαφαν τα κέρατα του ταύρου χρυσά για να είναι τέλειο το δώρο προς τους θεούς. Γι αυτό επικράτησε το σύμβολο του ταύρου με τα χρυσά κέρατα. Επίσης τελούσαν λατρευτικές τελετές είτε με τη μορφή πομπής είτε με τη μορφή χορού. Παρακαλούσαν, ευχαριστούσαν ή επικαλούνταν τη θεότητα να εμφανιστεί για να τους δηλώσει την εύνοιά της.
Η οικονομική βάση της εποχής ήταν η καλλιέργεια της ελιάς, της αμπέλου και το εμπόριο με περιοχές της Εγγύς Ανατολής, της Αιγύπτου και των υπόλοιπων νησιών του Αιγαίου.
Η οικονομική ισχύς φαινόταν από τα σπουδαία ανάκτορα της Κνωσού, της Φαιστού, της Αγίας Τριάδος, των Μαλίων και της κάτω Ζάκρου. Κωμοπόλεις διαμορφώνονται γύρω από τα ανάκτορα. Υπολογίζεται ότι κοντά στην Κνωσό κατοικούσαν 80000 κάτοικοι. Η οικοδομική ανάπτυξη ήταν εκείνη που έδωσε το όνομα της στην Ανακτορική εποχή. Σύμβολο ισχύος, εκτός από το ανάκτορο ήταν και ο διπλός πέλεκυς. Συμβόλιζε τη δύναμη κάποιου να αφαιρεί τη ζωή, συνήθως του ζώου που επρόκειτο να θυσιαστεί. Αυτή  η δύναμη βρισκόταν στα χέρια του βασιλιά και γι αυτό δεν υπάρχει αίθουσα του θρόνου χωρίς το σύμβολο του διπλού πελέκι. Επίσης αποτελούσε δώρο προς τους θεούς και βρίσκονταν σε χώρους λατρευτικούς ή κοντά σε θυσιαστήριους βωμούς.
Το 1900 , όταν ο Arthur Evans αποκάλυψε στην Κρήτη το μεγάλο ανάκτορο της Κνωσού, όρισε  τον Μινωικό πολιτισμό ως αφετηρία και του Μυκηναϊκού πολιτισμού.
Το 1730 π. Χ καταστρέφονται τα πρώτα ανάκτορα από σεισμό. Η ανοικοδόμηση προχωρά γρήγορα και έχουμε την Νεοανακτορική περίοδο.
                                                                                                                
II) Νεοανακτορική Περίοδος (1700-1500)
Μια περίοδο πραγματικά λαμπρή για τον μινωικό πολιτισμό. Οι κίνδυνοι του πολέμου μοιάζουν μακρινοί και τα ανάκτορα παραμένουν ανοχύρωτα. Οι κάτοικοι του νησιού απασχολούνταν στο να εξελίξουν τις τέχνες, την οικοδόμηση και την γραφή τους. Η Γραμμική Α είναι η κοινή γραφή. Η κρητική ιερογλυφική, οι κρυπτομινωικές γραφές και η Γραμμική Α περιμένουν ακόμα να αποκρυπτογραφηθούν.
Ο πολιτισμός της Κρήτης διεισδύει στο Αιγαίο, όπως φαίνεται από την ύπαρξη μινωικού οικισμού στη Θήρα της Σαντορίνης, και στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Από την επαφή του μινωικού λαού με τους λαούς της κυρίως Ελλάδας, υπήρξαν επιρροές και στη θρησκευτική τους λατρείας. Ήρθαν σε επαφή με τους θεούς, τους μύθους και τις λατρευτικές τελετές που αργότερα αποτέλεσαν το δωδεκάθεο. Δύο  βασικές θρησκευτικές αλλαγές ήταν οι εξής:
Ο μύθος του μινώταυρουà ο ταύρος δεν λατρευόταν ως θεός όπως γινόταν με τους θεούς των Αιγυπτίων που είχαν μορφή ζώου. Όμως η παρατεταμένη χρήση του συγκεκριμένου ζώου σε θυσιαστήριες τελετές δημιούργησε μύθους γύρω από την ύπαρξή του. Ένας από αυτούς  τους μύθους αναφέρει ότι πριν ο Μίνωας γίνει βασιλιάς ζήτησε από το θεό Ποσειδώνα ένα σημάδι που να αποδεικνύει ότι αυτός, και όχι ο αδερφός του, έπρεπε να ανέβει στο θρόνο. Ο θεός έστειλε έναν όμορφο λευκό ταύρο και ζήτησε από το Μίνωα να θυσιάσει αυτόν τον ταύρο στον ίδιο. Ο Μίνωας όμως αντί για αυτόν θυσίασε έναν άλλο ταύρο, ελπίζοντας ότι ο θεός δε θα το προσέξει.
Ο Ποσειδώνας όμως κατάλαβε τι είχε γίνει, εξοργίστηκε, και έκανε τη γυναίκα του Μίνωα Πασιφάη να ερωτευτεί τον ταύρο. Η γυναίκα δεν μπορούσε να ικανοποιήσει το πάθος της και ζήτησε βοήθεια από το μηχανικό Δαίδαλο. Αυτός κατασκεύασε ένα κενό ομοίωμα αγελάδας, η Πασιφάη μπήκε μέσα σε αυτό και ο ταύρος ξεγελάστηκε και ζευγάρωσε μαζί της. Από την ένωση αυτή γεννήθηκε ο Μινώταυρος.
Ο Μίνωας, μετά από χρησμό που πήρε από το Μαντείο των Δελφών, ζήτησε από τον Δαίδαλο να φτιάξει ένα κτίσμα ώστε να κλειστεί μέσα ο Μινώταυρος. Έτσι ο Μίνωας διέταξε τον Δαίδαλο να  κατασκευάσει το Λαβύρινθο.
Ο γιος του Μίνωα Ανδρόγεως πήρε μέρος σε αγώνες στα Παναθήναια και απέσπασε κάποιες νίκες, για τις οποίες οι Αθηναίοι τον ζήλεψαν και τον σκότωσαν. Ο Μίνωας για να τιμωρήσει τους Αθηναίους κήρυξε πόλεμο στον οποίο νίκησε. Σαν ποινή των Αθηναίων όρισε κάθε Εννέα χρόνια εφτά νέοι Αθηναίοι και εφτά νέες Αθηναίες να στέλνονται στην Κρήτη και να κατασπαράζονται από το Μινώταυρο.
Μην μπορώντας να ανεχτεί την θυσία αυτή, ο Θησέας, γιος του βασιλιά της Αθήνας Αιγέα, αποφάσισε να είναι και αυτός ένας από τους δεκατέσσερις νέους, με σκοπό να βρεθεί κοντά στο Μινώταυρο ώστε να τον σκοτώσει. Όταν έφτασε στη Κρήτη γνώρισε την κόρη του Μίνωα Αριάδνη η οποία τον ερωτεύτηκε. Θέλοντας να τον βοηθήσει του έδωσε ένα κουβάρι κλωστή, το Μίτο της Αριάδνης και τον συμβούλεψε να δέσει την άκρη του στην είσοδο του λαβύρινθου και να το ξετυλίγει, ώστε να μπορέσει έπειτα, αφού σκοτώσει το Μινώταυρο, να βρει την έξοδο.
Ο Θησέας πράγματι σκότωσε το τέρας με το σπαθί του και χρησιμοποιώντας το Μίτο της Αριάδνης, κατάφερε να βγει από το Λαβύρινθο και γύρισε στην Αθήνα.
Τα ταυροκαθάψια
Τα ταυροκαθάψια ήταν άθλημα της μινωικής εποχής, στο οποίο ο αθλητής εκτελούσε άλματα πάνω από τον ταύρο. Τέσσερις άνδρες και γυναίκες κρατούσαν ξύλινα ρόπαλα και, τριγυρίζοντας τον ταύρο, ένας από αυτούς προσπαθούσε να ανέβει στη ράχη του ζώου και κρατώντας τα κέρατα του εκτελούσε διάφορες ακροβατικές ασκήσεις.
Η γιορτή ήταν αφιερωμένη στο θεό Ποσειδώνα. Ο σκοπός του ήταν να αναδείξει την τόλμη και την ευλυγισία των αθλητών. Κάποιες φορές ακολουθούσε και θυσία του ταύρου.
Το 1500 π. Χ γίνεται η έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας. Μια δεύτερη φυσική καταστροφή φέρνει την κάμψη του μινωικού πολιτισμού αλλά όχι το τέλος του. Τα ανάκτορα στα Μάλια και στην Κάτω Ζάκρο κατέπεσαν για πάντα σε ερείπια. Οι καλλιεργημένες περιοχές ερημώθηκαν. Έτσι το πολιτισμικό βάρος μετατοπίστηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Γ) Ύστερη εποχή
Ακολουθεί η παρακμή του μινωικού πολιτισμού. Η καταστροφή του ανακτόρου της Φαιστού επήλθε το 1400 και η ολική καταστροφή της Κνωσού το 1375.
  
Δ) Σκοτεινοί Αιώνες(1200-800) 
Μια γενικότερη πτώση των πολιτισμών της Μεσογείου από τους «Λαούς της θάλασσας» όπως αναφέρουν οι Αιγυπτιακές πηγές, για άγνωστους λόγους, βυθίζουν την Μεσόγειο στους Σκοτεινούς Αιώνες. Η εποχή του «σκότους» διήρκησε περισσότερο από 400 χρόνια. Μέσα σε αυτό το διάστημα δεν έχουμε αρκετές αναφορές. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι ο πληθυσμός είχε μειωθεί δραστικά, υπήρχε έλλειψη γραφής και δεν έχουμε οικοδομικά επιτεύγματα ή κεραμικά αγγεία και τοιχογραφίες.  Μετά το πέρας αυτών των αιώνων έρχεται η ανάκαμψη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.  
 
Ε) Από τον Μινωικό πολιτισμό στην  Κλασική και ελληνορωμαϊκή Κρήτη
Το πολιτισμικό και διοικητικό βάρος μετατοπίζεται στον κυρίως ελλαδικό χώρο.
Οι  Αχαιοί και οι Δωριείς άνοιξαν το δρόμο για την άνθιση του Κλασσικού Ελληνισμού. Εισήχθησαν νέα έθιμα, όπως η χρήση σιδήρου και νέοι τρόποι ένδυσης.
Με την εξάπλωση των Μυκηναίων, γίνεται εισβολή στην Κρήτη και το τελευταίο ανάκτορο της Κνωσού  κατακτούν οι Έλληνες επιδρομείς μεταξύ 1500-1375. Η Γραμμική Α μετασχηματίζεται σε Γραμμική Β και χρησιμοποιείται για να γράφονται τα αρχεία της Κνωσού στην ελληνική. Το  1953 ο Michael Ventris μετά από πλήθος ανασκαφών, δημοσιεύει την αποκρυπτογράφηση των πινακίδων της Γραμμικής Β από την Κνωσό. Έτσι ο μινωικός- μυκηναϊκός πολιτισμός μιλά τη δική του γλώσσα.
Η «εκατόπολη» Κρήτη του Ομήρου, άρχισε  να επανέρχεται στο προσκήνιο και  η Κνωσός ισχυροποιήθηκε διοικητικά και αναπτύχθηκαν νέες εντυπωσιακές πόλεις. Μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Ρωμαίους, το 69 μ.Χ., πρωτεύουσα του νησιού ορίστηκε η Γόρτυνα, η οποία μάλιστα εξελίχτηκε σε πρωτεύουσα των ρωμαϊκών επαρχιών της Κρήτης και της Κυρηναίας. Η πόλη, όπως μπορεί να δει ακόμη και σήμερα ο επισκέπτης, είχε επιβλητικά συγκροτήματα λουτρών, θέατρα, στάδιο, ιππόδρομο, ακρόπολη και ναούς ενώ λιμάνια της ήταν τα Μάταλα, η Λασαία και η Λεβήνα στο Λέντα.
Εκτός από τη Γόρτυνα, πολλές άλλες πόλεις γνώρισαν άνθιση, με τις πιο εντυπωσιακές αρχαιολογικές τοποθεσίες να είναι σήμερα η Ελεύθερνα, η καλά οχυρωμένη Πολυρρήνια, η Ιεράπυτνα, η Λύττος, η Έλυρος, η Άπτερα, η Λάππα, η Ολούς, η Λατώ και η Πριανσός. Με την ίδρυση κρητικών αποικιών στη Σικελία, στη Μασσαλία και στην Κυρήνη τον 7ο αιώνα π.Χ., το εμπόριο άνθισε ξανά, μετά την πτώση του Μινωικού πολιτισμού,  και πολλά λιμάνια ισχυροποιήθηκαν έναντι άλλων ισχυρών πόλεων της εποχής. Λιμάνια που μετεξελίχθηκαν τότε σε σημαντικές πόλεις ήταν η Φαλάσαρνα, η Λισσός, η Χερρόνησος, η Λατώ προς Καμάρα, η Ίνατος και άλλα.