Σιγανός

Χαρακτηριστικό είναι ότι στο σιγανό τραγουδούν μαντινάδες, δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα.

Η μαντινάδα λέγεται στο χορό από έναν τραγουδιστή και την επαναλαμβάνουν οι υπόλοιποι. Συνοδεύεται πάντοτε από λύρα, ο οποίος λυράρης συνήθως στεκόταν  στη μέση του κύκλου για να ακούγεται καλύτερα. Οι μαντινάδες δημιουργούνται εύκολα και αυθόρμητα από τους Κρητικούς. Είχαν και έχουν την ικανότητα να φτιάχνουν σατυρικές, ερωτικές, της ξενιτιάς, της αγάπης, του νησιού.  Στη διάρκεια του χορού έβρισκε πάντα την ευκαιρία ο ερωτευμένος να φανερώσει με μαντινάδες στην αγαπημένη του, την αγάπη του ή τον πόνο του, τη λύπη ή τη χαρά του, ακόμα και το θυμό του.
Επαρκή στοιχεία για την ακριβής προέλευση του χορού δεν υπάρχουν, λέγεται όμως ότι εμφανίστηκε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.

Λέγετε ότι οι Τούρκοι αγάδες καλούσαν τους Κρητικούς στους οντάδες τους, έριχναν στο πάτωμα ρόβι για να γλιστρούν κι έβαζαν τις γυναίκες και τις κόρες τους να χορεύουν για να πέφτουν και να τους χλευάζουν. Έτσι οι Κρητικοί παρακάλεσαν τους οργανοπαίχτες, που ήταν συνήθως Χριστιανοί, να συνθέσουν ένα σκοπό για ένα αργό χορό, με γερό κράτημα, ώστε να μην χάνουν εύκολα οι γυναίκες την ισορροπία τους και να μην πέφτουν.