Λαούτο

Το όνομα του ορισμένοι υποστηρίζουν ότι προέρχεται από την αραβική λέξη al oud που σημαίνει ξύλο και άλλοι από το κούρδισμα σε λα και ουτ(σημερινό ντο) των δύο διπλών χορδών που είχε παλιότερα. H παρουσία του λαγούτου επισημαίνεται από τα τέλη του 16ου αιώνα σε πολλές πηγές, φιλολογικές, αρχειακές, μουσειακές (κεντήματα) κ.λπ. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι το πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα η χρήση του λαγούτου είχε περιοριστεί μόνο στο νομό Χανίων. Τις τελευταίες δεκαετίες το λαγούτο διαδόθηκε σε όλη την Κρήτη, ενώ παράλληλα άλλαξε μέγεθος, κούρδισμα και ρόλο, περιοριζόμενο στην ρυθμική συνοδεία.

Το λαούτο είναι έγχορδο όργανο και αποτελείται από ένα μεγάλο κυρτό αχλαδόσχημο ηχείο που καταλήγει σε ένα μακρύ βραχίονα, ο οποίος χωρίζεται με κινητές υποδιαιρέσεις, τους μπερντέδες. Το ηχείο είναι φτιαγμένο με λεπτές ξύλινες λωρίδες τις ντούγιες, ενώ στην μπροστινή σκεπάζεται από λεπτό ξύλινο καπάκι που στο κέντρο του υπάρχει ένα στρογγυλό άνοιγμα η ροδάντζα, συχνά διακοσμημένη με ξύλινο γλυπτό αραβούργημα. Πάνω στο καπάκι βρίσκεται κολλημένος ο καβαλάρης, ένα λεπτό κομμάτι από σκληρό ξύλο για τη στήριξη των χορδών από τη μία άκρη, ενώ από την άλλη αυτές στηρίζονται στο άκρο του βραχίονα τον καράβολα, εκεί όπου βρίσκονται και τα κλειδιά για το κούρντισμα. Έχει τέσσερα ζευγάρια μεταλλικές χορδές και παίζεται με πένα. Μεγάλο ρόλο παίζει στην ποιότητα του ήχου το είδος και η ποιότητα των ξύλων από τα οποία κατασκευάζονται τα διάφορα μέρη του, η κόλλα ,τα βερνίκια και φυσικά η ικανότητα του μάστορα. Ανάμεσα στα στάδια της κατασκευής του πρέπει να μεσολαβούν αρκετές μέρες ώστε να στρώνουν τα υλικά και να διορθώνονται προοδευτικά οι ατέλειες.

Σήμερα, χρησιμοποιείται ως όργανο κυρίως συνοδευτικό, στηρίζοντας ρυθμικά και αρμονικά τη λύρα ή το βιολί παίζοντας άλλοτε τους «φθόγγους της μελωδίας» και άλλοτε να αποδίδει το λεγόμενο «ισοκράτημα».

Έτσι, το λαούτο στα χέρια των σημαντικών οργανοπαικτών παύει να είναι απλό όργανο συνοδείας και συμμετέχει επίσης στον μελωδικό αυτοσχεδιασμό, σαν όργανο για σόλο, σαν να συνεχίζοντας θα λέγαμε την παλαιά παράδοση του μεσαιωνικού ή αναγεννησιακού λαγούτου, που ήταν όργανο σολιστικό.